Monday, January 2, 2012

Συνέντευξη με τον Maurice Obstfeld: Η Ελλάδα δεν είναι ο ασθενής σε μια υγιή ΟΝΕ. [The Books' Journal, τχ.9]

Ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας και συνεργάτης του Π. Κρούγκμαν στη συγγραφή της Διεθνούς Οικονομικής, ίσως του εγκυρότερου πανεπιστημιακού συγγράμματος για τις διεθνείς οικονομικές σχέσεις και το διεθνές εμπόριο, στην αποκλειστική συνέντευξη που μας παραχώρησε, αναφέρεται διεξοδικά στην ελληνική κρίση. «Αν διακοπεί η χρηματοδότηση της Ελλάδας, ξεκινάει μια περιπέτεια για την ευρωζώνη με άγνωστη κατάληξη», σημειώνει προσπαθώντας να εξηγήσει γιατί η Ευρώπη και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δύσκολα θα αφήσουν την Ελλάδα χωρίς την αναγκαία ρευστότητα. Είναι προτιμότερη αυτής της μορφής η χρηματοδότηση, εξηγεί, διότι «το κόστος συμμετοχής σε ένα πακέτο στήριξης της Ελλάδας είναι μικρότερο από τη διάσωση των τραπεζών σε περίπτωση χρεοκοπίας». Το πρόβλημα ωστόσο, προσθέτει, δεν είναι μόνο οικονομικό, αλλά και πολιτικό. Και εκεί, στο πεδίο της πολιτικής, δεν κυριαρχεί πάντα ο ορθολογισμός.
O Μόρις Όμπσφελντ (Maurice Obstfeld) είναι καθηγητής διεθνούς οικονομικής και μακροοικονομικής στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Μπέρκλεϊ των ΗΠΑ. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων: χρηματοοικονομικές και συναλλαγματικές κρίσεις, νομισματική πολιτική σε ανοιχτές οικονομίες, εξωτερικές συναλλαγματικές παρεμβάσεις, ευρωπαϊκή νομισματική ενοποίηση, ενοποίηση των αγορών κεφαλαίων κ.ά. Είναι σύμβουλος στο Ινστιτούτο Νομισματικών και Οικονομικών Σπουδών της Τράπεζας της Ιαπωνίας καθώς και ερευνητής στο National Bureau of Economic Research, στο Centre of Economic Policy and Research και στο Kiel Institute of World Economics.

P. R. Krugman - M. Obstfeld, Διεθνής Οικονομική, νέα αναθεωρημένη έκδοση, μετάφραση: Ιωάννης Λαντούρης, επιμέλεια: Νικολίνα Κωστελέτου, Κριτική, Αθήνα 2011, δυο τόμοι, 648 σελ.
Ο Μόρις Όμπσφελντ βρέθηκε στην Ελλάδα στο πλαίσιο του 15ου Διεθνούς Συνεδρίου Μακροοικονομικής Ανάλυσης και Διεθνούς Χρηματοδότησης («15th International Conference in Macroeconomic Analysis and International Finance») που διοργανώθηκε από το Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Κρήτης, το διάστημα 26-28 Μαΐου 2011 στο Ρέθυμνο. Λίγο πριν την εισήγησή του με θέμα «Χρηματοπιστωτική κρίση, παγκόσμιες ανισορροπίες και διεθνές νομισματικό σύστημα», παραχώρησε στο Books' Journal τη συνέντευξη που ακολουθεί. Η συνομιλία μας μαζί του κινήθηκε στα αναμενόμενα θέματα της εποχής μας. Ζητήσαμε από τον κ. Όμπσφελντ τη γνώμη του κυρίως για την κρίση στην Αμερική, την Ευρώπη και την Ελλάδα.

- Η αμερικανική οικονομία μετά την μεγάλη κρίση του 2008 δεν έχει καταφέρει ακόμα να επανέλθει σε σταθερή τροχιά αναπτυξης. Με ομοσπονδιακό χρέος 14,3 τρισ. δολάρια και την εκτίμηση ότι το έλλειμμα του 2011 θα αγγίξει το 1,65 τρισ. δολάρια, πόσο πιθανό θεωρείτε το ενδεχόμενο η Αμερική να καταλήξει όπως η Ελλάδα;
Η Αμερική, συγκριτικά με την Ελλάδα έχει ορισμένα πλεονεκτήματα. Είναι το παγκόσμιο οικονομικό κέντρο, έχει ένα φορολογικό σύστημα που λειτουργεί, μια διευρυμένη φορολογική βάση και, το κυριότερο, έχει τη δυνατότητα να αυτοχρηματοδοτηθεί αν χρειαστεί, μια δυνατότητα που δεν έχει η Ελλάδα – και γι' αυτό είναι σε πολύ χειρότερη κατάσταση. Η Αμερική, ακόμα και αν το χρέος αυξηθεί λίγο πάνω από το ΑΕΠ, δεν νομίζω ότι θα έχει σοβαρό πρόβλημα. Αν όμως το χρέος και το έλλειμμα συνεχίσουν να ακολουθούν ανοδική πορεία, κάποια στιγμή τα επιτόκια θα εκτοξευθούν και η αμερικανική κυβέρνηση θα αντιμετωπίσει μια πολύ δύσκολη κατάσταση. Μπορεί να εχουμε μεγάλύτερο περιθώριο κινήσεων από την Ελλάδα, αλλά θέλω να ελπίζω ότι θα καταφέρουμε να διαχειριστούμε το δημοσιονομικό πρόβλημα πριν φτάσουμε στο επίπεδο της κρίσης. Δεν έχουμε όμως απεριόριστο χρόνο γι' αυτό. Κατά τη γνώμη μου, ο Ομπάμα έχει εξηγήσει επαρκώς το πρόβλημα, τους στόχους και τις επιλογές που υπάρχουν. Η ελληνική κυβέρνηση λαμβάνει αυστηρά μέτρα λιτότητας, περικόπτει μισθούς στο Δημόσιο και παράλληλα έχει δεσμευθεί να προχωρήσει σε ιδιωτικοποιήσεις και διαρθρωτικές αλλαγές τις οποίες όμως ακόμα δεν έχουμε δει. Δεν είναι και ιδιαίτερα δύσκολο να εξηγήσεις πώς έχουν τα πράγματα. Η ασάφεια είναι ένας παράγοντας που εντείνει την κρίση και κάνει την κατάσταση ακόμα πιο δύσκολη. Στην Ελλάδα, επειδή η χώρα εξαρτάται από τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, οι απαιτήσεις των δανειστών διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της οικονομικής πολιτικής και αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί να γίνει εύκολα αποδεκτό. Η Αμερική λαμβάνει τις αποφάσεις μόνη της.

- Και από την Αμερική, ας πάμε στην Ευρώπη... Κατά τη γνώμη σας, πώς θα έπρεπε η Ευρώπη να είχε διαχειριστεί την κρίση στην Ελλάδα και στις άλλες περιφερειακές χώρες;
Νομίζω ότι θα ήταν καλύτερα να είχε αναγνωριστεί από την αρχή της κρίσης ότι όσοι μηχανισμοί είχαν δημιουργηθεί στη συνθήκη του Μάαστριχτ, το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης, και αλλοι λειτουργικοί κανόνες που υποτίθεται ότι θα εμπόδιζαν τη διάσωση κράτους μέλους της ευρωζώνης, απέτυχαν όλοι. Είναι προφανές ότι χρειάζεται μια μεγάλη αλλαγή σε αυτούς τους κανόνες. Χρειαζόταν ίσως, και αυτό είναι το πιο ευαίσθητο ζήτημα, μια πιο ουσιαστική δέσμευση στον μηχανισμό, να γίνει σαφές στις αγορές ότι δεν θα υπάρξει χρεοκοπία. Και επειδή η Ελλάδα είναι ένα μικρό μέρος της ΟΝΕ, αυτό δεν θα είχε μεγάλο κόστος. Αυτό που συνέβη ήταν ότι υπήρξε όντως ισχυρή δέσμευση αλλά μόνο όταν η κρίση είχε ήδη βαθύνει. Τότε και το κόστος ήταν μεγαλύτερο για κάθε βήμα που θα έπρεπε να είχε γίνει αρκετά νωρίτερα, και ήταν ήδη αργά. Στην Αμερική, το πακέτο του 2008 δέχτηκε έντονη κριτική, αποδείχτηκε όμως τελικώς αρκετά αποτελεσματικό κυρίως επειδή λειτούργησε κατευναστικά για τις αγορές. Το πρόβλημα με αυτή την προσέγγιση είναι ότι δημιουργεί όλο και περισσότερο αυτό που αποκαλούμε «moral hazard» (ηθικό κίνδυνο) – αυτός δηλαδή που προστατεύεται μερικώς από κάποιο κίνδυνο δεν συμπεριφέρεται όσο προσεκτικά θα συμπεριφερόταν αν ήταν πλήρως εκτεθειμένος στον ίδιο κίνδυνο. Γι' αυτό και πρέπει οπωσδήποτε να θέσπίσεις κανόνες. Όμως, η Γερμανία ήθελε να συζητήσει για το πλαίσιο ενός μόνιμου συστήματος διαχείρισης νομισματικών κρίσεων χωρίς πρώτα να διαχειριστεί την κρίση που είχε μπροστά της. Οταν καίγεται το σπίτι σου δεν συζητάς για τα καλύτερα υλικά που θα χρησιμοποιήσεις την επόμενη φορά...

- Ποια θεωρείτε ότι είναι τα κύρια μειονεκτήματα της Ευρωζώνης;
Όταν οι χώρες εκχωρούν την νομισματική τους πολιτική χάνουν ένα πολύτιμο εργαλείο προσαρμογής. Τότε το μόνο που μπορούν να κάνουν για να αντιμετωπίσουν ένα αρνητικό σοκ είναι εσωτερική υποτίμηση. Αυτό δηλαδή που συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και στην Ιρλανδία. Το υψηλό χρέος, είτε είναι του ιδιωτικού τομέα είτε της κυβέρνησης, στοιχίζει όλο και περισσότερο με πραγματικούς όρους και χειροτερεύει την κατάσταση. Κατά τον σχεδιασμό της ΟΝΕ, αφ' ενός αναγνωρίστηκαν τα πλεονεκτήματα από την υιοθέτηση του κοινού νομίσματος, αφ' ετέρου θεωρήθηκε ότι οι εθνικές δομές δεν αποκλίνουν τόσο πολύ ώστε κάποια στιγμή να χρειαστεί προσαρμογή μέσω αλλαγής της συναλλαγματικής ισοτιμίας. Έτσι η σκέψη για την Ελλάδα ήταν ότι εκχωρεί μεν τη νομισματική της πολιτική, πρέπει όμως να προχωρήσει με τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για να μη βρεθεί σε δύσκολη κατάσταση. Προφανώς, οι διαρθρωτικές αλλαγές δεν έγιναν και γι' αυτό η Ελλάδα βρίσκεται σε κρίση. Και όχι μόνο η Ελλάδα, αλλά και η Πορτογαλία, άρα όλο αυτό δεν λειτούργησε και τόσο καλά. Αυτό που είναι πλέον σαφές είναι ότι η συμμετοχή σε μια νομισματική ένωση έχει σημαντικές δυσκολίες. Ιδίως όταν η οικονομία δεν είναι ευέλικτη και η κυβέρνηση δεν ασκεί πειθαρχημένη δημοσιονομική πολιτική. Κατά μία έννοια, τα προβλήματα των χωρών που βρίσκονται σήμερα σε κρίση ταυτίζονται με τις αδυναμίες της ευρωζώνης. Υπάρχει μια ενιαία οικονομική αγορά, ένα ενοποιημένο τραπεζικό σύστημα, αλλά όχι επαρκής επιτήρηση, καθώς οι θεσμοί παραμένουν σε εθνικό επίπεδο. Από τη μια πλευρά η δημοσιονομική πειθαρχία ήταν έως τώρα ανύπαρκτη, από την άλλη οι αγορές επέτρεπαν στις χώρες αυτές να δανείζονται τεράστια ποσά χωρίς να αντιδρούν παρά μόνο όταν ήταν ήδη αργά.

- Βλέπετε να τίθεται κάποια στιγμή το δίλημμα: «Να διασωθεί η Ελλάδα ή το ευρώ»;
Όχι, δεν νομίζω, και αυτό γιατί αν η Ελλάδα χρεοκοπήσει και εγκαταλείψει την ευρωζώνη τότε η ίδια ερώτηση θα τεθεί και για την Πορτογαλία, την Ιρλανδία και ίσως την Ισπανία. Πιστεύω ότι είναι λάθος να τίθεται με αυτόν τον τρόπο αυτό το δίλημμα. Αν η Ελλάδα φύγει από την ΟΝΕ, τι θα εμποδίσει τις αγορές να σκεφτούν ότι θα την ακολουθήσει η Πορτογαλία ή ότι η Ιρλανδία θα εγκαταλείψει και αυτή την ΟΝΕ για να υιοθετήσει λ.χ. τη βρετανική λίρα; Η ελληνική περίπτωση βέβαια είναι ξεχωριστή ως προς τον τρόπο με τον οποίο η κρίση ξεκίνησε, την κατάθεση δηλαδή ψευδών στοιχείων για το έλλειμμα, γεγονός που έχει δημιουργήσει στους Ευρωπαίους την αίσθηση της εξαπάτησης και αυτό δεν είναι ασήμαντο. Δεν είναι όμως το άρρωστο μέλος που αν αφαιρεθεί από το σώμα της ΟΝΕ εκείνη θα είναι υγιής. Δεν είναι τόσο απλό.

- Δεδομένου ότι η ΟΝΕ δεν είναι μια «άριστη νομισματική περιοχή» (optimum currency area) και, επομένως, επαρκώς θωρακισμένη απέναντι στις ασύμμετρες διαταραχές, είναι η τωρινή ευρωπαϊκή κρίση κάτι που θα έπρεπε να περιμένουμε;
Οι δομικές αδυναμίες της ΟΝΕ αναδείχτηκαν τον χρόνο που πέρασε περισσότερο από ποτέ. Η αρχική ελπίδα ότι οι σταθερές συναλλαγματικές ισοτιμίες θα κάνουν τις αγορές πιο ευέλικτες δεν επιβεβαιώθηκε. Αυτό οφείλεται κυρίως στη προσδοκία ότι θα υπάρξει βοήθεια από τους εταίρους στην Ένωση, ακόμα και αν, σύμφωνα με τη Συνθήκη, η διάσωση κράτους μέλους δεν επιτρέπεται. Αυτό φυσικά δεν είναι αξιόπιστο έπειτα απ' ό,τι έγινε, ακριβώς επειδή οι εξωτερικότητες είναι πολύ μεγάλες. Δείτε και τις αγορές εργασίες, δεν υπάρχει η κινητικότητα που υπάρχει στην Αμερική, πράγμα που αποδεικνύει ότι η ευρωπαϊκή ταυτότητα δεν είναι τόσο ισχυρή. Καμία χώρα δεν επιθυμεί μεγάλη εισροή ανειδίκευτων εργαζομένων. Γι' αυτό και υπάρχει ανεργία παντού. Όμως και η κρίση χρέους, όπως εκ των υστέρων αποδείχτηκε, είναι μία ασύμμετρη διαταραχή για την ευρωζώνη που δεν είχε ληφθεί σοβαρά υπ' όψη. Μπορεί να υπήρχε το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης, το οποίο βέβαια ουσιαστικά δεν εφαρμόστηκε, όμως η αρχική ιδέα ήταν ότι αν μια χώρα δανειστεί υπερβολικά τότε τα επιτόκια θα ανεβούν και αυτό θα τις κάνει να δανειστούν λιγότερα και έτσι δεν θα υπάρξει πρόβλημα. Όμως αυτό που τελικά έγινε ήταν ότι τα επιτόκια δανεισμού των χωρών που δανείζονταν υπερβολικά δεν ανέβαιναν παρα μόνο όταν ήταν ήδη αργά. Κανείς δεν είχε καταλάβει πόσο άσχημα ήταν τα πράγματα στην Ελλάδα. Τα στοιχεία δεν ήταν τα πραγματικά. Το έλλειμμα, στην πραγματικότητα, ήταν τεράστιο. Υπήρξε υπερβολικός δανεισμός και χρηματοοικονομική μόχλευση (leverage), προφανώς κάτι δεν πήγαινε καλά, όμως οι αγορές δεν αντιδρούσαν. Και ξαφνικά η φούσκα αποκαλύφτηκε και οι εταίροι της ευρωζώνης τα 'χασαν. Δεν ήξεραν τι να κάνουν γιατί δεν υπήρχε σχέδιο. Αρχικά έλεγαν ότι στη Συνθήκη δεν προβλέπεται διάσωση κράτους μέλους. Οταν οι αγορές τρελάθηκαν, είπαν: «εντάξει μπορούμε να διασώσουμε λίγο», μετά είπαν «λίγο περισσότερο και βλέπουμε»... Θέλω να πω όμως ότι τα ίδια ζητήματα που τίθενται σε επίπεδο ευρωζώνης τίθεται λίγο πολύ και παγκοσμίως. Και θα κάνω μια υπόθεση. Έστω ότι η Ελλάδα είχε απλώς υιοθετήσει το ευρώ, όπως κάνουν κάποιες χώρες με το δολάριο. Έχουν εισαγάγει δηλαδή μεγάλη ποσότητα δολαρίων ικανή να τους παράσχει μια νομισματική βάση. Η Αμερική καθορίζει την ισοτιμία, όμως δεν φέρει καμία ευθύνη για αυτές τις χώρες. Δεν τις κάλεσε να χρησιμοποιήσουν το δολάριο ούτε συμμετέχει σε κάποιου είδους ένωση μαζί τους. Λόγω σταθερής συναλλαγματικής ισοτιμίας, είναι βάσιμη η υπόθεση ότι οι τράπεζες και σε αυτή την περίπτωση αγοράζουν ελληνικά ομόλογα. Κάποια στιγμή, λοιπόν, η Ελλάδα αντιμετωπίζει κρίση χρέους. Νομίζετε ότι είναι πολύ διαφορετικά τα προβλήματα σε αυτή την περίπτωση; Δεν θα το έλεγα. Τόσο η απειλή μετάδοσης του προβλήματος όσο και η έκθεση των τραπεζών στα ελληνικά ομόλογα υπάρχουν. Είδαμε, π.χ., την κεντρική τράπεζα της Σουηδίας να στηρίζει τις τράπεζες των Βαλτικών χωρών επειδή οι σουηδικές τράπεζες είχαν μεγάλη έκθεση στις χώρες αυτές. Βεβαίως, είναι αρκετά πιο σοβαρό το πρόβλημα στο πλαίσιο της ευρωζώνης, όμως είναι προφανές ότι η παγκοσμιοποίηση της διεθνούς χρηματοδότησης δημιουργεί από μόνη της μεγάλη αλληλεξάρτηση.

- Στην αρχή της κρίσης, πριν από περίπου ένα χρόνο, έγινε πολλή συζήτηση για την «ευρωπαϊκή αλληλεγγύη». Πώς αξιολογείτε την ΕΕ ως σύστημα αλληλεγγύης;
Υπάρχει μια έντονη επιθυμία και ισχυρή πολιτική βούληση να μην αποτύχει το ευρωπαϊκό εγχείρημα. Η Γερμανία, ό,τι κι αν λέει, αντλεί από την ΕΕ κύρος με το οποίο αισθάνεται άνετα στο διεθνές στερέωμα επειδή μιλάει στο όνομα της Ευρώπης. Οι Γάλλοι από την άλλη μεριά κοιμούνται πιο ήσυχοι... Χωρίς την επανένωση της Γερμανίας είναι αμφίβολο αν θα είχαμε τη Συνθήκη του Μάαστριχτ. Υπάρχει επίσης ισχυρή θέληση για σταθερότητα στην ευρωζώνη. Το να δημιουργήσει μια χώρα προηγούμενο αποχώρησης από την ΟΝΕ δεν είναι σε καμιά περίπτωση εξέλιξη χωρίς κόστος. Είναι μια διαδικασία αποσύνθεσης την κατάληξη της οποίας κανείς δεν γνωρίζει. Αν αποχωρήσει μια χώρα που βρίσκεται σε κρίση δεν ξέρω τι θα εμποδίσει μια άλλη χώρα με ισχυρή οικονομία, π.χ. τη Φινλανδία, να κάνει το ίδιο. Η ΕΚΤ μπορεί να απειλεί ότι θα διακόψει τις λειτουργίες παροχής ρευστότητας στην περίπτωση που η Ελλάδα προχωρήσει σε αναδιάρθρωση του χρέους της, αλλά, αν αυτό συμβεί, τότε το ελληνικό τραπεζικό σύστημα θα καταρρεύσει και η κυβέρνηση θα κηρύξει στάση πληρωμών. Δεν υπάρχει λόγος τότε η ΟΝΕ να πει: «Ελλάδα, βγαίνεις από το ευρώ». Εξάλλου, μηχανισμός επίσημης εξόδου μιας χώρας από το ευρώ δεν υπάρχει. Άρα, αν διακοπεί η χρηματοδότηση της Ελλάδας, ξεκινάει μια περιπέτεια για την ευρωζώνη με άγνωστη κατάληξη. Γι' αυτό και νομίζω ότι οι απειλές από όπου και αν προέρχονται δεν λύνουν κανένα πρόβλημα. Και ας μην ξεχνάμε ότι εκτός από την επιθυμία να μην καταρρεύσει το ευρωπαϊκό οικοδόμημα υπάρχουν και τα επιμέρους συμφέροντα που απειλούνται κατά κάποιο τρόπο από τον φόβο μετάδοσης του προβλήματος και την έκθεση των τραπεζών των χωρών της ευρωζώνης στα ελληνικά ομόλογα. Βέβαια, σύμφωνα με την ορθολογική οικονομική ανάλυση, το κόστος συμμετοχής σε ένα πακέτο στήριξης της Ελλάδας είναι μικρότερο από τη διάσωση των τραπεζών σε περίπτωση χρεοκοπίας. Το πολιτικό κόστος ωστόσο είναι μεγάλο και εκεί ακριβώς έγκειται και το πρόβλημα.

- Τι πιστεύετε ότι θα γίνει με το ελληνικό χρέος; Είναι η αναδιάρθρωση αναπόφευκτη;
Αν η Ελλάδα προχωρήσει σε αναδιάρθρωση του χρέους της, εξαναγκάζει τους πιστωτές της να αναλάβουν μέρος του κόστους. Νομίζω ότι είναι απολύτως λογικό. Θα μπορούσε πιθανώς να επιχειρήσει μια εθελοντική αναδιάρθρωση διατηρώντας έτσι μέρος της αξίας των ελληνικών ομολόγων. Αυτό ενδεχομένως να τη βοηθούσε, σε καμία περίπτωση όμως δεν θα έλυνε το πρόβλημα. Και ούτε νομίζω ότι θα προσέφερε πολλά στην Ελλάδα η επιστροφή στις αγορές όσο τα προβλήματα δεν λύνονται. Κατά τη γνώμη μου, είτε υπάρξει αναδιάρθρωση είτε όχι, δεν είναι φυσικά αδιάφορο, αλλά δεν νομίζω ότι είναι τόσο σημαντικό ακριβώς γιατί δεν λύνει, όπως είπα, τα προβλήματα. Δεν πρόκειται να ανακτήσει με αυτό τον τρόπο η Ελλάδα την αξιοπιστία της στις αγορές. Αυτό είναι το ζητούμενο. Από την άλλη, τα αυστηρά μέτρα λιτότητας οδηγούν σε ύφεση και αυτό επιδεινώνει το δημοσιονομικό πρόβλημα. Μου είναι δύσκολο να σκεφτώ μια λύση που δεν περιλαμβάνει επιπλέον βοήθεια υπό όρους. Κατά τη γνώμη μου, η χρηματοδότηση από την ΕΕ θα συνεχιστεί με ταυτόχρονη πίεση για μεταρρυθμίσεις που θα κάνουν την ελληνική οικονομία πιο ανταγωνιστική. Αν σταματήσει η χρηματοδότηση, είναι δύσκολο να πούμε τι θα ακολουθήσει. Αν η ΕΕ και το ΔΝΤ πουν ότι δεν δίνουν άλλα χρήματα, τότε η Ελλάδα χρεοκοπεί αυτομάτως και το πιθανότερο είναι να τεθεί εκτός ευρωζώνης.

- Πιστεύετε ότι η πολιτική λιτότητας που ακολουθούν η Ελλάδα, η Πορτογαλία και η Ιρλανδία θα έχει αποτελέσματα; Θα τις βοηθήσει να αποκαταστήσουν την αξιοπιστία τους στις αγορές ή χρειάζεται αλλαγή κατεύθυνσης;
Σε αυτές τις τρεις χώρες πραγματοποιείται αυτή τη στιγμή το ίδιο πείραμα με έναν κοινό στόχο: περικοπή δαπανών και αύξηση φόρων προκειμένου να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των αγορών. Δεν είμαι καθόλου βέβαιος ότι ο στόχος θα επιτευχθεί. Δείτε την περίπτωση της Ιρλανδίας, που είναι και η πιο χαρακτηριστική. Μιλάμε για μια χώρα που, ενώ δεν είχε δημοσιονομικό πρόβλημα, έφτασε στα πρόθυρα της χρεοκοπίας ύστερα από ένα αυστηρό πρόγραμμα λιτότητας –περικοπές δαπανών, μισθών, δημιουργώντας δηλαδή εσωτερική υποτίμηση– που επέδρασε αρνητικά κυρίως στην αγορά ακινήτων και στις τράπεζες. Τα κεφάλαια που διατέθηκαν για τη διάσωση των ιρλανδικών τραπεζών αντιστοιχούσαν στα 2/3 του ΑΕΠ της χώρας. Η Ιρλανδία οδηγήθηκε εκεί, μεταξύ άλλων και εξαιτίας της αυστηρής λιτότητας που προηγήθηκε.

- Η Ελλάδα έχει δεσμευθεί να πραγματοποιήσει ιδιωτικοποιήσεις ύψους 50 δισ. ευρώ το επόμενο διάστημα. Πιστεύετε ότι ο στόχος αυτός είναι ρεαλιστικός ή όχι; Θέλω να πω, αν οι επενδυτές απορρίπτουν ακόμα και τα κρατικά ομόλογα γιατί να επενδύσουν στην αγορά ελληνικής δημόσιας περιουσίας;
Είναι δύσκολο για την Ελλάδα, με τα προβλήματα που αντιμετωπίζει, να πείσει τους επενδυτές ότι θα έχουν κάποιο κέρδος από την αγορά περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου. Αν ο ιδιωτικός τομέας, οι επενδυτές, αισθανθούν ότι μπορούν να λειτουργήσουν μια δημόσια επιχείρηση με μεγαλύτερο κέρδος από αυτό που εκείνες αποφέρουν υπό τον έλεγχο του κράτους, τότε θα προχωρήσουν. Σίγουρα, δεν είναι και η καλύτερη περίοδος για να προσπαθήσεις να το κάνεις, όμως, για να είμαι ειλικρινής δεν γνωρίζω και πάρα πολλά για τις δημόσιες επιχειρήσεις που πρόκειται να ιδιωτικοποιηθούν. Εύχομαι να πάει καλά.

No comments:

Post a Comment